Ο θόρυβος ενός δέντρου που πέφτει


Η ερώτηση και η απάντηση

(Wikipedia) Απεικόνιση των πεδίων που συνεισέφεραν στη δημιουργία της Γνωσιακής Επιστήμης: γλωσσολογία, νευροεπιστήμη, τεχνητή νοημοσύνη, φιλοσοφία, ανθρωπολογία και ψυχολογία. Προσαρμογή από "The cognitive revolution: a historical perspective". TRENDS in Cognitive Sciences 7, του George A Miller (2003).

(Wikipedia) Απεικόνιση των πεδίων που συνεισέφεραν στη δημιουργία της Γνωσιακής Επιστήμης: γλωσσολογία, νευροεπιστήμη, τεχνητή νοημοσύνη, φιλοσοφία, ανθρωπολογία και ψυχολογία. Προσαρμογή από “The cognitive revolution: a historical perspective”. TRENDS in Cognitive Sciences 7, του George A Miller (2003).

«Εάν ένα δέντρο πέσει στο δάσος και κανείς δεν είναι κοντά για να το ακούσει, θα κάνει θόρυβο;» Η απάντηση είναι «όχι»!

Η ερώτηση, στα όρια αυτού του άρθρου, δεν διατυπώνεται από τη φιλοσοφική οπτική γωνία (η οποία πάει πίσω μέχρι και τα αρχαία ινδουιστικά θρησκευτικά κείμενα), αλλά από την αμιγώς επιστημονική, πεζή προσέγγιση.

Κατά έναν περίεργο τρόπο όμως, αυτή η πεζή επιστημονική προσέγγιση φτάνει τελικά σε συμπεράσματα που έχουν βαθύτατες συνέπειες σε φιλοσοφικό επίπεδο.

Υπό την έννοια που την θέτουμε εδώ, η ερώτηση διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον φιλόσοφο George Berkeley, στην εργασία του A Treatise Concerning the Principles of Human Knowledge το 1710.

Η γρήγορη απάντηση λοιπόν, είναι «όχι». Μπορεί να φαίνεται περίεργο, αλλά δεν είναι. Διαβάστε παρακάτω περισσότερα για τις φυσικές αισθήσεις και προετοιμαστείτε να εκπλαγείτε.

Η τεκμηρίωση της απάντησης

Το δέντρο, πέφτοντας, παρασύρει και μετακινεί μαζί του μάζες αέρα. Η μετακίνηση αυτή δημιουργεί ατμοσφαιρικές αναταράξεις και κυματισμούς. Κάποιους από τους κυματισμούς αυτούς (συγκεκριμένα εκείνους των οποίων η συχνότητα κυμαίνεται μεταξύ 12Hz και 20kHz), τους συλλαμβάνουν τα ανθρώπινα όργανα ακοής, μέσω της μηχανικής επίδρασης των ατμοσφαιρικών κυμάτων πάνω στο τύμπανο του αυτιού (το κάνουν να ταλαντώνεται).

Στη συνέχεια, η μηχανική κίνηση του τυμπάνου του αυτιού μετατρέπεται σε ηλεκτρικό σήμα και αυτό το ηλεκτρικό σήμα μεταφέρεται μέσω του (ηλεκτροχημικού) νευρικού συστήματος στον εγκέφαλο. Το τελικό βίωμα, αυτό που ακούει ο άνθρωπος μέσα στο κεφάλι του, είναι το αποτέλεσμα της επεξεργασίας που υφίσταται από τους νευρώνες το αρχικό ηλεκτρικό σήμα, μέσα στα αντίστοιχα κέντρα του εγκεφάλου. Αυτό, το αποτέλεσμα της ηλεκτροχημικής επεξεργασίας, λέγεται ήχος.

Η ανατροπή

Η παραπάνω διαφοροποίηση, μεταξύ του φυσικού φαινομένου και της φυσικής αίσθησης, είναι χαρακτηριστική περίπτωση της διατύπωσης του John Locke, περί πρωτευουσών και δευτερευουσών ποιοτήτων:

Οι ατμοσφαιρικές αναταράξεις είναι πρωτεύουσα ποιότητα του δέντρου που πέφτει. Η ακουστική αίσθηση του ανθρώπου είναι δευτερεύουσα ποιότητα. Για να υπάρξει ατμοσφαιρικό κύμα, χρειάζεται να πέσει ένα δέντρο. Κάθε φορά που ένα δέντρο πέφτει, δημιουργεί ατμοσφαιρικές αναταράξεις και κύματα. Για να υπάρξει ένας ήχος (θόρυβος), πρέπει να πέσει ένα δέντρο και το ατμοσφαιρικό κύμα να φτάσει στα αυτιά ενός ανθρώπου, να μετατραπεί σε ηλεκτρικό σήμα, το σήμα να υποστεί επεξεργασία από τους νευρώνες του εγκεφάλου και να δημιουργηθεί τελικά από τους νευρώνες η αντίστοιχη ακουστική αίσθηση.

Μιλάμε δηλαδή για δύο διακριτά φυσικά φαινόμενα – το ένα φυσικό φαινόμενο είναι το δέντρο που πέφτει και οι αναταράξεις που προκαλεί στην ατμόσφαιρα γύρω του, ενώ το άλλο φυσικό φαινόμενο είναι οι ηλεκτροχημικές αντιδράσεις μέσα στον εγκέφαλο κάποιου που είναι κοντά και ακούει το δέντρο να πέφτει. Επομένως, το δέντρο που θα πέσει φυσικά και θα παρασύρει τον αέρα γύρω του, φυσικά και θα προκαλέσει ατμοσφαιρικές αναταράξεις και κυματισμούς. Εάν όμως δεν είναι κάποιος εκεί κοντά, οι ατμοσφαιρικές αναταράξεις δεν θα φτάσουν στα αυτιά του, δεν θα μεταφερθεί το σήμα στον εγκέφαλό του και επομένως δεν θα δημιουργηθεί στον εγκέφαλο κάποιου η αίσθηση του ήχου, άρα «δεν θα κάνει θόρυβο». Ο θόρυβος και ο ήχος σχετίζονται και είναι χαρακτηριστικά εκείνου που ακούει, όχι του δέντρου που πέφτει.

Από την άλλη, το τι ακριβώς ακούμε, αυτή καθαυτή η ακουστική εμπειρία, έχει σχέση με το πώς είναι «καλωδιωμένος» (από κατασκευής) και προγραμματισμένος (με επίκτητες εμπειρίες) ο εγκέφαλός μας. Εφόσον ο ήχος (το «ηχόχρωμα», η ιδιαίτερη και χαρακτηριστική χροιά) του δέντρου που πέφτει είναι «αρκούντως μοναδικός», θεωρητικά, εάν το σύστημα επεξεργασίας μας είναι αξιόπιστο, τότε και η αντίστοιχη ακουστική εμπειρία που θα προκύψει θα είναι αρκούντως μοναδική. Το ότι είναι μοναδική και αναγνωρίσιμη μεταξύ άλλων ηχητικών ερεθισμάτων, δε σημαίνει όμως απαραίτητα ότι θα είναι και βιωματικά ταυτόσημη για όλους.

Ισχύει για όλες τις φυσικές αισθήσεις;

Ναι, ισχύει για όλες τις αισθήσεις. Τα ερεθίσματα υπάρχουν στο φυσικό κόσμο. Ωστόσο, ο κόσμος των αισθήσεών μας υπάρχει μόνο μέσα στο κεφάλι μας.

Γεύση

Η πρωτεύουσα ποιότητα του νερού (η χημική του σύσταση) δεν αλλάζει ανάλογα με το εάν είμαστε άρρωστοι ή όχι. Ωστόσο, η δευτερεύουσα ποιότητα, η αίσθηση της γεύσης που παράγει ο εγκέφαλός μας, επεξεργαζόμενος τα ηλεκτρικά σήματα που λαμβάνει από τους αισθητήρες γεύσης, δύναται να μεταβάλλεται. Λέμε «δεν έχω γεύση», όταν είμαστε κρυωμένοι. Κάποιες άλλες φορές, λέμε «έχω μεταλλική γεύση». Το ερέθισμα είναι πάντα το ίδιο. Κάτι αλλάζει όμως, είτε στους αισθητήρες μας, είτε στη διαδρομή της μετάδοσης του σήματος, είτε στον τρόπο επεξεργασίας από τον εγκέφαλο, με αποτέλεσμα η εμπειρία της γεύσης να είναι διαφορετική.

Όσφρηση

Η αίσθηση της όσφρησης δύναται να αλλάζει, είτε με ποσοτικά κριτήρια (αδύναμη αίσθηση, ανοσμία, υποσμία) από παθολογικές αιτίες όπως ιογενή ή αλλεργική ρινίτιδα, είτε με ποιοτικά κριτήρια (να μυρίζουμε άλλα αντί άλλων, παροσμία, φαντοσμία) από αιτίες όπως λοιμώξεις του αναπνευστικού, εγκεφαλικές κακώσεις ή ακόμα και νευρολογικές ή ψυχικές διαταραχές!

Σωματικές αισθήσεις

Οι σωματικές αισθήσεις έχουν να κάνουν με το δέρμα, τους μύες και τα σπλάχνα και τη συναίσθηση του σωματικού μας «Εγώ». Από αυτή την άποψη, ούτε καν η αίσθηση που έχουμε για το ίδιο μας το σώμα δε θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως αυτονόητα υπαρκτή και αντιληπτή.

Χαρακτηριστική περίπτωση είναι εκείνη που αναφέρεται από τον Oliver Sachs στο βιβλίο του «Ο άνθρωπος που μπέρδεψε τη γυναίκα του με ένα καπέλο», στην ιστορία «Η ασώματη γυναίκα». Η γυναίκα αυτή, εξαιτίας προεγχειρητικής αγωγής όπου κάτι πήγε στραβά, έχασε και την ιδιοδεκτικότητά της και την την κιναισθητική της ικανότητα. Η ιδιοδεκτικότητα είναι μια «εσωτερική αίσθηση» του κεντρικού νευρικού συστήματος σε σχέση με το ίδιο το σώμα, ενώ η κιναισθητική ικανότητα μια «εξωτερική αίσθηση» του σώματος σε σχέση με το περιβάλλον του, το χώρο και το χρόνο.

Η «ιδιοδεκτικότητα» είναι η δυνατότητα που έχει το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα να φέρνει σε επαφή και να συντονίζει τα διάφορα τμήματα του σώματος μεταξύ τους – για παράδειγμα, για να ακουμπήσουμε με την άκρη του δακτύλου τη μύτη μας ή να περπατήσουμε προς τα εμπρός σε ευθεία γραμμή. Από την άλλη, ο όρος «κιναισθητική ικανότητα» περιγράφει την ικανότητα του σώματος να συντονίζει τη κίνηση και να «αντιλαμβάνεται» τη θέση του στον χώρο και τον χρόνο.

Για παράδειγμα, ο καλαθοσφαιριστής που τρέχει προς το σημείο όπου θα βρίσκεται η μπάλα σε μερικά δευτερόλεπτα για να την πιάσει και να την καρφώσει στο καλάθι, ασυναίσθητα έχει «υπολογίσει» (με την κιναισθητική αίσθηση) τη δική του ταχύτητα και τροχιά, όπως και την ταχύτητα και την τροχιά της πάσας που είναι στον αέρα και του έρχεται, ώστε να κινηθεί και να τοποθετηθεί με τέτοιο τρόπο (με τη βοήθεια της ιδιοδεκτικότητας) που να μπορέσει να κάνει το άλμα, να πιάσει τη μπάλα και να την καρφώσει, χωρίς μάλιστα να πέσει πάνω στον αντίπαλο που έχει πάρει θέση άμυνας.

Η άτυχη γυναίκα στην περίπτωση του βιβλίου του Sachs, «Είχε χάσει, μαζί με την ιδιοδεκτική της αίσθηση, το θεμελιώδες οργανικό αγκυροβόλιο της ταυτότητας – τουλάχιστον αυτής της σωματικής ταυτότητας ή “σωματικό εγώ” που ο Freud βλέπει σαν τη βάση του Εγώ: “Το εγώ είναι καταρχήν και κυρίως ένα σωματικό εγώ”». Δεν είχε καμμία συναίσθηση ή αυτόματο έλεγχο του σώματός της, ένιωθε σαν να αιωρείτο στον αέρα, χωρίς φυσική υπόσταση. Για να καταλάβει πού βρισκόταν πχ το χέρι της, έπρεπε να το δει. Κινούσε τα μέλη της σαν να έπαιζε με μαριονέτες! «Στην αρχή δεν έκανε τίποτα χωρίς τα μάτια της και κατέρρεε σαν τσουβάλι τη στιγμή που τα έκλεινε. Ήταν υποχρεωμένη να ελέγχει τον εαυτό της με την όραση, κοιτώντας επίμονα το κάθε μέλος της όταν κουνιόταν, κρατώντας σε μια σχεδόν επώδυνη εγρήγορση τη συνείδηση και την προσοχή της».

Όραση

Photo credit: http://imgon.net

Photo credit: http://imgon.net

Η απάντηση στην ερώτηση του Ελύτη, «Θεέ μου πόσο μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε», είναι… «καθόλου»!

Ο Ήλιος παράγει και εκπέμπει ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία. Η ακτινοβολία αυτή φτάνει μέχρι τη Γη, μεγάλο μέρος της διαθλάται (εξοστρακίζεται) στο γύρω διάστημα από το μαγνητικό πεδίο της Γης (ευτυχώς, αλλιώς οι ακτίνες του Ήλιου θα μας έψηναν κυριολεκτικά) και η υπόλοιπη φτάνει στην επιφάνεια.

Όταν η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία πέφτει πάνω σε ένα αντικείμενο, η επιφάνεια του αντικειμένου απορροφά ένα μέρος της (με τη μορφή θερμότητας, καθώς το αντικείμενο ζεσταίνεται από το φως), ενώ η υπόλοιπη αντανακλάται πίσω στο χώρο, ελαφρώς αλλαγμένη σε σχέση με τη συχνότητά της, ανάλογα με το είδος της επιφάνειας. Το κάθε υλικό απορροφά διαφορετική ποσότητα και αντανακλά την υπόλοιπη με διαφορετική συχνότητα.

Όπως τα αυτιά μας πιάνουν τις ταλαντώσεις του ατμοσφαιρικού αέρα, τις μετατρέπουν σε ηλεκτρικό σήμα και στις στέλνουν στον εγκέφαλο προς επεξεργασία, έτσι και τα μάτια μας πιάνουν ένα συγκεκριμένο εύρος ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, το μετατρέπουν σε ηλεκτροχημικό σήμα και το στέλνουν μέσω του οπτικού νεύρου στον εγκέφαλο για επεξεργασία.

Συγκεκριμένα, τα μάτια μας είναι ευαίσθητα σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με συχνότητα από 430THz (μήκος κύματος 700nm) έως 790THz (μήκος κύματος 390nm). Το εύρος αυτό, το οποίο πιάνουν τα μάτια μας, ονομάζεται «ορατό φάσμα» και η ακτινοβολία αυτού του φάσματος ονομάζεται «φως».

Photo credit: http://www.giangrandi.ch/

Photo credit: http://www.giangrandi.ch/

 Τα μάτια μας μπορούν να καταλάβουν τη διαβάθμιση συχνότητας της ακτινοβολίας που προσλαμβάνουν και στη συνέχεια να μεταδώσουν στον εγκέφαλο αντιστοίχως διαφοροποιημένο σήμα. Πώς ερμηνεύει ο εγκέφαλος αυτές τις διαφορετικές συχνότητες; Μας δημιουργεί την αίσθηση του χρώματος! Δηλαδή, κατασκευάζει και μας δείχνει κάθε μικρή διαβάθμιση χρώματος, με την οποία απεικονίζει κάθε διαφορετική συχνότητα του ορατού φάσματος. Να το ξαναπούμε; Ο εγκέφαλος κατασκευάζει την αίσθηση του χρώματος για να μας δείξει τις διαφορετικές συχνότητες φωτός.

Για το κάτω μέρος των συχνοτήτων που μπορούν να πιάσουν τα μάτια μας, ο εγκέφαλος δημιουργεί στο μυαλό μας την αίσθηση του κόκκινου χρώματος. Για τις συχνότητες του πάνω μέρους, δημιουργεί την αίσθηση του ιώδους ή βιολετί χρώματος.

Κάτω από το κατώτατο όριο του ορατού φάσματος βρίσκονται συχνότητες που δεν πιάνει το μάτι μας, άρα είναι αόρατες. Επειδή είναι κάτω από το κόκκινο (υπό του ερυθρού), λέγονται υπο-ερυθρές ή υπέρυθρες.

Οι πάνω από το ανώτερο όριο που μπορούμε να δούμε είναι επίσης αόρατες και, επειδή είναι πάνω (υπέρ) από το ιώδες, λέγονται υπεριώδεις. Οι αγγλόφωνοι τις ανώτερες συχνότητες τις παρομοιάζουν με το χρώμα της βιολέτας (violet) αντί με το χρώμα του ιωδίου, οπότε τις πάνω από το βιολετί τις ονομάζουν Ultra Violet ή αλλιώς UV. Αυτές χωρίζονται σε δύο υποφάσματα, το Α και το Β, οπότε έχουμε τις ακτινοβολίες UVA και UVB. Σας θυμίζει τα αντηλιακά του καλοκαιριού; Σωστά, για το ίδιο πράγμα μιλάμε.

Μερικά παραδείγματα φυσιολογικής και μη φυσιολογικής όρασης με τα αντίστοιχα ποσοστά στον πληθυσμό. (Wikipedia)

Μερικά παραδείγματα φυσιολογικής και μη φυσιολογικής όρασης με τα αντίστοιχα ποσοστά στον πληθυσμό. (Wikipedia)

Βλέπουν όλοι οι άνθρωποι τα ίδια χρώματα; Όχι!

Σε ορισμένων ανθρώπων τα μάτια, οι υποδοχείς του φωτός (κωνία) δε λειτουργούν όπως στων υπολοίπων, με αποτέλεσμα είτε να λαμβάνουν το ίδιο σήμα για διαφορετικές συχνότητες φωτός (δυσχρωματοψία), είτε να λαμβάνουν το ίδιο σήμα για όλες τις συχνότητες φωτός (αχρωματοψία), είτε, αντίθετα, να βλέπουν περισσότερα χρώματα από τους υπόλοιπους (τετραχρωματοψία, όπου εκτός από τους βασικούς φωτοδέκτες του κόκκινου, πράσινου και μπλε, τα κωνία έχουν άλλον έναν, μεταξύ μπλε και πράσινου, ξεχωρίζοντας πολύ περισσότερες αποχρώσεις σε αυτό το φάσμα)!

Οι υπόλοιποι, λόγω του ότι ανήκουμε στο ίδιο βιολογικό είδος, θεωρούμε ότι εφόσον λαμβάνουμε τα ίδια σήματα από τα μάτια μας, βλέπουμε τα ίδια χρώματα μέσα στο κεφάλι μας. Ακόμα και αυτό όμως, είναι υπό αμφισβήτηση, καθώς νεώτερες έρευνες δείχνουν ότι μπορεί η νοητική εικόνα που σχηματίζει ο εγκέφαλός μας για το κάθε χρώμα να διαφοροποιείται από άνθρωπο σε άνθρωπο. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι, αν και γεννιόμαστε με την ίδια κατασκευή εγκεφάλου, στη συνέχεια ενδέχεται οι νευρώνες μας να προγραμματίζονται διαφορετικά! Τι σημαίνει αυτό; Ότι, από τη στιγμή που κάθε χρώμα είναι μοναδικό, κάθε φορά που κάποιος μας δείχνει το κίτρινο, εμείς θα λέμε «κίτρινο» και όλοι θα συμφωνούμε και θα το αναγνωρίζουμε ως κίτρινο, αλλά το τι ακριβώς βλέπει ο καθένας μέσα στο κεφάλι του, είναι άλλη υπόθεση.

Άρα, την επόμενη φορά που θα βρεθείτε στην εξοχή ή στην παραλία και σας έρθει η σκέψη «πω πω, τι όμορφα χρώματα που έχει η φύση», στην πραγματικότητα θα έπρεπε να πείτε «πω πω, τι όμορφα που χρωματίζει τη φύση ο εγκέφαλός μου»! Wink

Παράπλευρες συνέπειες

Είμαι σίγουρος ότι οι παραπάνω πληροφορίες δίνουν άλλο νόημα στη φράση «ζω στον κόσμο μου». Η αλήθεια είναι πως ο καθένας μας ζει στον δικό του κόσμο. Άλλη είναι η πραγματικότητα και άλλη είναι η αίσθηση που έχουμε για την πραγματικότητα. Η αίσθηση είναι αποτέλεσμα ερμηνείας, αποτέλεσμα εγκεφαλικής επεξεργασίας. Ο τρόπος επεξεργασίας αλλάζει το τελικό αποτέλεσμα και ο τρόπος αυτός της επεξεργασίας έχει να κάνει με πολλές παραμέτρους.

Ο εγκέφαλος λειτουργεί ηλεκτροχημικά. Αλλάζοντας τη χημεία του ή το ηλεκτρικό του πεδίο, αλλάζουμε τον τρόπο λειτουργίας του, άρα και το τελικό αποτέλεσμα αυτού που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως αίσθηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι παραισθησιογόνες ουσίες. Αν κάποιος έχει πάρει LSD, «βλέπει» τους ήχους! Κυριολεκτικά, ο εγκέφαλος τότε ερμηνεύει τα ηχητικά ερεθίσματα ως οπτικά και, ακούγοντας μουσική, ο άλλος «βλέπει» μια χρωματική πανδαισία!

Άλλο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό είναι ότι ο εγκέφαλος σε μεγάλο βαθμό «αυτολογοκρίνεται» και μας παρουσιάζει αισθήσεις που θεωρεί «σωστές», φιλτράροντας το νέο σε σχέση με ήδη υπάρχουσες «βιβλιοθήκες μνήμης».

Σας έχει τύχει να αφήσετε κάτι μικρό πάνω σε μια επιφάνεια και μετά να μην το βρίσκετε; Υπάρχει εκεί, τα μάτια το βλέπουν και στέλνουν το σήμα στον εγκέφαλο, αλλά ο εγκέφαλος το αγνοεί, το θεωρεί λάθος, καθώς έχει άλλη αποθηκευμένη εικόνα μέσα του, για το πώς «θα έπρεπε» να είναι η επιφάνεια που βλέπει. Φυσικά, μετά από λίγη ώρα ο εγκέφαλος αναγνωρίζει τη διαφορά και μας εμφανίζει το αντικείμενο, αφού πρώτα έχει βεβαιωθεί ότι δεν ήταν κάποιο τυχαίο οπτικό λάθος. Εμείς λέμε μέσα μας «α, εδώ ήταν, δεν το έβλεπα τόση ώρα», χωρίς να συνειδητοποιούμε για ποιο λόγο αυτό έχει συμβεί.

Είναι η διαφορά μεταξύ αυτού που λέμε «δεν είμαι παρατηρητικός, είμαι αφηρημένος» και του «είμαι παρατηρητικός, είμαι παρών». Έχει να κάνει τόσο με την εκπαίδευση του εγκεφάλου, όσο και με την προσοχή που δίνουμε στο περιβάλλον μας. Από τότε που εγώ διάβασα για τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει ο εγκέφαλος, με πιάνω μερικές φορές να λέω στον εαυτό μου κάτι σαν «ναι, υπάρχει ένα λαστιχάκι πάνω στο τραπέζι – δες το, για να το βάλω στη θέση του»! (Μήπως να ανησυχήσω;)

Η επεξεργασία όμως δεν έχει να κάνει μόνο με τον τρόπο κατασκευής ή τον τρόπο ηλεκτροχημικής λειτουργίας ή με τις ήδη αποθηκευμένες μνήμες. Έχει να κάνει και με τον προγραμματισμό λειτουργίας των νευρώνων, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνει ο εγκέφαλος να αφομοιώνει και να ερμηνεύει τη νέα πληροφορία που προσλαμβάνει, τον τρόπο με τον οποίο δίνει νόημα. Σε αυτό το επίπεδο, υπεισέρχονται ως καθοριστικοί παράγοντες ακόμα και παράμετροι που δεν θα υποψιαζόμασταν αρχικά, όπως το  «σύστημα αξιών», η «κουλτούρα», κτλ.

Αυτό έχει θεμελιώδεις συνέπειες σε σειρά θεμάτων, τα οποία θα εξετάσουμε σε επόμενα άρθρα. Για παράδειγμα, έχει επίπτωση σε φιλοσοφικό επίπεδο. Τι εννοούμε πχ όταν λέμε ότι μια θρησκεία δε βασίζεται στη θεωρία, αλλά σε βιωματικές εμπειρίες;

Όταν διατυπώνονταν αυτές οι απόψεις, δεν υπήρχε ούτε η γνωσιακή ψυχολογία, ούτε η νευρολογία. Πίστευαν ότι οι βιωματικές εμπειρίες ήταν «αυθύπαρκτες» και άρα ότι η βίωσή τους επικύρωνε ή αποδείκνυε κάποια «αλήθεια» ή «αυθεντικότητα». Σήμερα όμως γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Αυτά που βιώνουμε μέσω των αισθήσεών μας, ως αποτέλεσμα εξωτερικών ή εσωτερικών ερεθισμάτων, τα βιώνουμε αποκλειστικά ως αποτέλεσμα νοητικής επεξεργασίας, καθώς οι αισθήσεις που βιώνουμε, όπως είδαμε, φιλτράρονται και κατασκευάζονται από τον εγκέφαλό μας. Επομένως, από τη στιγμή που είναι αποτέλεσμα επεξεργασίας, υπεισέρχονται όλοι εκείνοι οι παράγοντες που επηρεάζουν τον τρόπο επεξεργασίας. Με αυτό εννοούμε ότι τα ίδια αρχικά ερεθίσματα, σε διαφορετικούς ανθρώπους, διαφορετικών λαών, θα προκαλέσουν διαφορετικές «βιωματικές εμπειρίες», ανάλογα με την «εσωτερική βιβλιοθήκη αναφοράς» και τον τρόπο σκέπτεσθαι (κουλτούρα, σύστημα αξιών και πεποιθήσεων) της κάθε διαφορετικής περίπτωσης. Περισσότερα όμως σε επόμενα άρθρα.

Εξωτερικές Πηγές

Πρώτη δημοσίευση: StratosSphere 2013

Enhanced by Zemanta
Στράτος Λάσπας
Ακολουθήστε

Περί Στράτος Λάσπας

O Στράτος Λάσπας είναι Certified Eating Psychology & Mind-Body Nutrition Coach. Η προσωπική συμβουλευτική υποστήριξη στην ψυχολογία της διατροφής (Eating Psychology Coaching) είναι μια συναρπαστική και καινοτόμος προσέγγιση που αντιμετωπίζει με αποτελεσματικότητα θέματα βάρους, αδηφαγίας (binge eating), υπερφαγίας (overeating), συναισθηματικής υπερφαγίας (emotional eating), προκλήσεις σε σχέση με την προσωπική εικόνα που έχουμε για το σώμα μας (body image), τις αιώνιες, ατελείωτες και επαναλαμβανόμενες δίαιτες (yo-yo dieting), καθώς και ποικιλία ζητημάτων υγείας και σωματικών συμπτωμάτων που σχετίζονται με τη διατροφή, όπως η λειτουργία της πέψης, η αίσθηση κόπωσης, η πεσμένη ή ευμετάβλητη διάθεση, η λειτουργία του ανοσοποιητικού και άλλα.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.